(και άλλες ανθελληνικές δοξασίες της Ορθοδοξίας)
Ο νηπιοβαπτισμός θεωρείται ως το πλέον σημαντικό χριστιανικό μυστήριο και αποσκοπεί, σύμφωνα πάντα με την Εκκλησία, στην έγκαιρη απαλλαγή των νηπίων από το περιβόητο προπατορικό αμάρτημα. Πολλές φορές μάλιστα λέγεται, ότι είναι θανάσιμο λάθος ένα βρέφος ή νήπιο να φύγει από αυτή τη ζωή αβάπτιστο διότι έτσι η ψυχή του δεν θα ησυχάσει ποτέ! Αυτά γνωρίζουμε λίγο πολύ όλοι μας και συνήθως τα αποδεχόμαστε δίχως δεύτερη σκέψη.
Ωστόσο τα αληθή αίτια του νηπιοβαπτισμού, τουλάχιστον όπως αυτά προκύπτουν μέσα από τους κανόνες της Εκκλησίας και τη Ρωμανική (Βυζαντινή) νομοθεσία, φαίνεται να είναι και άλλα εκτός από το όποιο ενδιαφέρον περί σωτηρίας των ψυχών. Όπως θα δείξουμε στις αμέσως παρακάτω αράδες, ο νηπιοβαπτισμός υιοθετήθηκε από την Ορθοδοξία και έγινε θεσμός και νόμος του ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους αποσκοπώντας αποκλειστικά και μόνο στην εθνοκτονία των ελληνικών πληθυσμών, ενταγμένος στο γενικότερο σχέδιο βίαιων προσηλυτισμών των Ελλήνων στον Χριστιανισμό. Μπορεί μάλιστα να θεωρηθεί και ως μίας μορφής παιδομάζωμα. Ας τα πάρουμε όμως τα στοιχεία με τη σειρά. Η Εκκλησία, σύμφωνα με απόφαση Οικουμενικής Συνόδου της, θεωρεί ότι όσοι έχουν βαπτισθεί παύουν να είναι πλέον Έλληνες, δηλαδή το βάπτισμα σημαίνει απόρριψη του πολιτισμικού και εθνικού όρου Έλλην:
«τούτους, λέγω, πάντας, ως Έλληνας δεχόμεθα, ήτοι ως πάντη αβαπτίστους. (διότι αυτοί, ή τελείως δεν εβαπτίσθησαν, ή εβαπτίσθησαν μεν, όχι όμως ορθώς, και καθώς βαπτίζονται οι ορθόδοξοι...)» (Β΄ Οικουμενική Σύνοδος, Κανών Ζ΄, στην ερμηνεία του Κανόνα υπό Αγαπίου ιερομόναχου και Νικόδημου μοναχού).
Επειδή όμως οι Έλληνες αρνούνταν να γίνουν Χριστιανοί εμμένοντας στις παραδόσεις τους και υπερασπιζόμενοι τον πατριωτισμό τους, ή βαπτίζονταν φαινομενικά για να γλιτώσουν από το θάνατο και την εξορία, ενώ στην ουσία διατηρούσαν κρυφά τις πατροπαράδοτες λατρείες και πατρώες πεποιθήσεις περί του Θείου, το ρωμαϊκό κράτος θέσπισε τον υποχρεωτικό νηπιοβαπτισμό ως την πλέον αποτελεσματική λύση στο «ελληνικό πρόβλημα». Ακολουθεί ένα λίαν αποκαλυπτικό εδάφιο από τη νομοθεσία του Ιουστινιανού:
«Θεσπίζουμε δε και νόμο, σύμφωνα με τον οποίο τα παιδιά, όταν είναι σε μικρή ηλικία, θα πρέπει να βαπτίζονται αμέσως και χωρίς αναβολή, όπως και όσοι είναι μεγαλύτεροι στην ηλικία θα πρέπει να συχνάζουν στις ιερότατες εκκλησίες και να διδάσκονται τις θείες γραφές και τους θείους κανόνες. Έτσι, αφού εννοήσουν καλά την αληθινή πίστη και αποβάλουν την παλιά πλάνη, θα μπορέσουν να δεχθούν το βάπτισμα. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα δεχθούν και θα προφυλάξουν την αληθινή πίστη των ορθοδόξων χριστιανών και δεν θα αλλάξουν πάλι την πίστη τους προς την παλιά πλάνη» («Ιουστινιάνειος Κώδικας» 1.11.10).
Ο νηπιοβαπτισμός λοιπόν, όπως αποδεικνύεται, είναι μέσο βίαιου και υποχρεωτικού προσηλυτισμού των Ελλήνων στον Χριστιανισμό και αποσκοπούσε στην εξόντωση της εθνικής μας συνείδησης και στην αλλοτρίωση των Ελλήνων.
Γιατί απαγορεύεται να ορκίζεται κανείς επικαλούμενος το Θείο.
Συχνά έχουμε ακούσει φωνές διαμαρτυρίας που ζητούν να απαλειφθεί στον όρκο που δίδεται σε δικαστήρια, στράτευμα, δημόσιες υπηρεσίες, στο Κοινοβούλιο και αλλού, η επίκληση του Θείου. Οι Χριστιανοί υποστηρίζουν, ότι όρκος στο όνομα του Θεού ή και επίκληση του ως μάρτυρα για την αλήθεια του όρκου είναι αμαρτία που προσβάλλει το Θείο. Και σε αυτή την περίπτωση ακούμε τα επιχειρήματα δίχως όμως να γνωρίζουμε την αληθή αιτία αυτής της εμμονής. Συνήθως θεωρούμε ότι πρόκειται περί θεολογικού ζητήματος, διότι όντως η Παλαιά Διαθήκη αλλά και η Καινή το απαγορεύουν. Είναι όμως μόνο θεολογικό το ζήτημα;
Στην ουσία του είναι ακόμα μία θέση που έχει να κάνει με τη μεθοδευμένη εξαφάνιση των πατρώων ελληνικών παραδόσεων. Οι Έλληνες συνήθιζαν όταν ορκίζονταν να επικαλούνται ως μάρτυρα τους κάποιον θεό ή τον Ήλιο. Η επίκληση μάλιστα του Ήλιου ή του Δία είναι ακόμα ζωντανή σε πολλά μέρη της πατρίδας μας, ιδίως δε στα Ανώγεια της Κρήτης («μα τον Ζα») και στη Μεσσηνία («Διόσχωρέστον»). Οι Ορθόδοξοι Ιεράρχες λοιπόν, θεώρησαν ότι στο γενικότερο σχέδιο αφελληνισμού που εφάρμοζαν έπρεπε να αποκόψουν τους Έλληνες και από αυτή τους τη συνήθεια. Ακολουθεί απόφαση Οικουμενικής Συνόδου:
«Τους ομνύοντας όρκους ελληνικούς ο Κανών επιτιμίοις καθυποβάλλει και ημείς τούτοις αφορισμόν ορίζομεν» (ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος, Κανών yΔ΄).
Πλέον αποκαλυπτική στον παραπάνω κανόνα είναι η ερμηνεία που δίνουν ο Αγάπιος ιερομόναχος και ο Νικόδημος μοναχός. Εξηγούν, ότι οι Ελληνικές συνήθειες (όπως ο όρκος) πρέπει να μισούνται από τους Χριστιανούς και μάλιστα απαγορεύουν κάθε αντίστοιχη ορκωμοσία ακόμα και αν απευθύνεται στον θεό των Χριστιανών, διότι είναι μίμηση πράξης ελληνικής! Το κείμενο έχει ως εξής:
«Η των Ελλήνων συνήθειαις πρέπει να μισούνται από τους Χριστιανούς, δια τούτο ο παρών Κανών αφορίζει εκείνους τους Χριστιανούς οπού κατά τη συνήθεια των Ελλήνων ομνύουν, ή εις τους ψευδωνύμους θεούς εκείνων, λέγοντες μα Δία, ή εις τα στοιχεία, οίον μα τον Ήλιον, μα τον Ουρανόν, και άλλα παρόμοια, καθώς και ο πά. Του Βασιλείου Κανών, εις επιτίμια υποβάλλει αυτούς. Πλην ο μεν Βασίλειος ένδεκα χρόνους κανονίζει εκείνους όπου χωρίς μεγάλην ανάγκην βασάνων, αρνηθούν την πίστην, και φάγουν ειδωλόθυτα , και ομόσουν όρκους των Ελλήνων, καθώς αυτοί δηλαδή τους πιστεύουσιν. Ο δε παρών Κανών της Συνόδου αφορίζει, ως λέγει ο Βαλσαμών, όχι μόνον τούτους, αλλά και τους μη αρνηθέντας την πίστην χριστιανούς, ομνύοντας δε όρκους κατά τη συνήθειαν των Ελλήνων».
Γίνεται φανερό πλέον ότι πίσω από κάθε θεολογική δοξασία της Ορθοδοξίας και του Χριστιανισμού βρίσκεται κεκαλυμμένη μία βαθύτερη και ουσιαστική ανθελληνική αιτία.
Στην ουσία του είναι ακόμα μία θέση που έχει να κάνει με τη μεθοδευμένη εξαφάνιση των πατρώων ελληνικών παραδόσεων. Οι Έλληνες συνήθιζαν όταν ορκίζονταν να επικαλούνται ως μάρτυρα τους κάποιον θεό ή τον Ήλιο. Η επίκληση μάλιστα του Ήλιου ή του Δία είναι ακόμα ζωντανή σε πολλά μέρη της πατρίδας μας, ιδίως δε στα Ανώγεια της Κρήτης («μα τον Ζα») και στη Μεσσηνία («Διόσχωρέστον»). Οι Ορθόδοξοι Ιεράρχες λοιπόν, θεώρησαν ότι στο γενικότερο σχέδιο αφελληνισμού που εφάρμοζαν έπρεπε να αποκόψουν τους Έλληνες και από αυτή τους τη συνήθεια. Ακολουθεί απόφαση Οικουμενικής Συνόδου:
«Τους ομνύοντας όρκους ελληνικούς ο Κανών επιτιμίοις καθυποβάλλει και ημείς τούτοις αφορισμόν ορίζομεν» (ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος, Κανών yΔ΄).
Πλέον αποκαλυπτική στον παραπάνω κανόνα είναι η ερμηνεία που δίνουν ο Αγάπιος ιερομόναχος και ο Νικόδημος μοναχός. Εξηγούν, ότι οι Ελληνικές συνήθειες (όπως ο όρκος) πρέπει να μισούνται από τους Χριστιανούς και μάλιστα απαγορεύουν κάθε αντίστοιχη ορκωμοσία ακόμα και αν απευθύνεται στον θεό των Χριστιανών, διότι είναι μίμηση πράξης ελληνικής! Το κείμενο έχει ως εξής:
«Η των Ελλήνων συνήθειαις πρέπει να μισούνται από τους Χριστιανούς, δια τούτο ο παρών Κανών αφορίζει εκείνους τους Χριστιανούς οπού κατά τη συνήθεια των Ελλήνων ομνύουν, ή εις τους ψευδωνύμους θεούς εκείνων, λέγοντες μα Δία, ή εις τα στοιχεία, οίον μα τον Ήλιον, μα τον Ουρανόν, και άλλα παρόμοια, καθώς και ο πά. Του Βασιλείου Κανών, εις επιτίμια υποβάλλει αυτούς. Πλην ο μεν Βασίλειος ένδεκα χρόνους κανονίζει εκείνους όπου χωρίς μεγάλην ανάγκην βασάνων, αρνηθούν την πίστην, και φάγουν ειδωλόθυτα , και ομόσουν όρκους των Ελλήνων, καθώς αυτοί δηλαδή τους πιστεύουσιν. Ο δε παρών Κανών της Συνόδου αφορίζει, ως λέγει ο Βαλσαμών, όχι μόνον τούτους, αλλά και τους μη αρνηθέντας την πίστην χριστιανούς, ομνύοντας δε όρκους κατά τη συνήθειαν των Ελλήνων».
Γίνεται φανερό πλέον ότι πίσω από κάθε θεολογική δοξασία της Ορθοδοξίας και του Χριστιανισμού βρίσκεται κεκαλυμμένη μία βαθύτερη και ουσιαστική ανθελληνική αιτία.
Οι φωτιές του Αϊ Γιάννη και η Πρωτομαγιά είναι αφορισμένες διότι θεωρούνται ελληνικά έθιμα.
Η επιχείρηση αφελληνισμού που επιχειρήθηκε από την ηγεσία του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους με τη συνεργασία και υποκίνηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν περιορίστηκε μόνο στις σφαγές, τους εκτοπισμούς, τις εξορίες, τη δήμευση περιουσιών και άλλα «θεάρεστα έργα» αλλά ακολούθησε και μία συστηματική εθνοκτονία (δολοφονία εθνικών συνειδήσεων), η οποία ξεκινούσε όπως είδαμε με τη γέννηση ενός Έλληνα και τον υποχρεωτικό νηπιοβαπτισμό, και από εκεί και πέρα ακολουθούσε η δια νόμου και δια ροπάλου απαγόρευση όλων των ελληνικών ηθών, εθίμων και συνηθειών. Άξιο προσοχής όμως είναι ότι οι ελληνικές συνήθειες επιβίωσαν των διωγμών τόσο στα πλαίσια των παραδόσεων όσο και των πολιτικών ηθών, όπως είδαμε για παράδειγμα με τον όρκο. Η Εκκλησία στην προσπάθεια να εξαφανίσει κάθε ανάμνηση της ελληνικής συνείδησης ώστε να την αντικαταστήσει με τη ρωμαϊκή - ρωμαιοχριστιανική (ρωμιοί, ρωμαίικο) αφόρισε και όσες εκδηλώσεις λατρείας θύμιζαν το ελληνικό παρελθόν, ακόμα και αν απευθύνονταν σε Χριστιανούς Αγίους. Έτσι, χαρακτηριστικά αναφέρουμε, το έθιμο του να πηδάμε φωτιές τη μέρα του Αϊ Γιαννιού αφορίσθηκε ως ελληνικό. Παρ' όλα αυτά επιβίωσε μέχρι και τις μέρες μας:
«Επειδή και κατά μίμησιν των Ελλήνων και εθνικών, μερικοί Χριστιανοί άναπταν έμπροσθεν εις τα εργαστήρια και οικίας των πυρκαϊάς, τας οποίας επήδων και διαπέρνουν επάνωθεν η Σύνοδος αύτη τους μεν κληρικούς, οπού πράξουν τοιούτον εις το εξής, καθαιρεί, τους δε λαϊκούς αφορίζει. Θέλουσα δε να δείξει, ότι αν τα τοιαύτα Ελληνικά έθη γινόμενα παρά των ατελών Ιουδαίων, εκίνουν τον Θεόν εις αγανάκτησιν και οργήν, πόσω μάλλον αυτόν παροργίζουν, όταν γίνωνται από ημάς τους Χριστιανούς τους τελείους, και του Ευαγγελίου μαθητάς...» (Ερμηνεία στον Κανόνα ΞΕ΄, της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, πηγή: «Πηδάλιο»).
Επίσης ένα άλλο έθιμο που επιβιώνει μέχρι σήμερα, εκείνο της Πρωτομαγιάς, όπου οι Έλληνες εκδράμουν στην εξοχή και πλάθουν στεφάνια από λουλούδια, τα οποία φορούν και στη συνέχεια με αυτά στολίζουν τις εισόδους των σπιτιών τους, επίσης αφορίσθηκε ως ελληνικό:
«Γίνονται δε οι Κλήδονες ούτοι κατά το γενέσιον του Προδρόμου, καθώς και οι πυρκαϊαί έμπροσθεν εις τας θύρας της κάθε οικίας, τα οποία πρέπει να εμποδισθούν με επιτίμια αφορισμών από τους Αρχιερείς και τους Πνευματικούς, ομοίως και οι Μάϊοι, ήτοι τα διάφορα άνθη και λουλούδια οπού βάνουσι τινές εις τας θύρας των την α΄ Μαΐου, επειδή και αυτή είναι συνήθεια Ελληνική και εθνική, και αλλότρια από τους Χριστιανούς, καθώς και ο αοίδιμος εκείνος Πατριάρχης Μιχαήλ, ο των φιλοσόφων ύπατος, έλαβε μεγάλην επιμέλειαν, και κατήργησε πάντα τα τοιαύτα σατανικά και Ελληνικά επιτηδεύματα» (Υποσημείωση 1, στην ερμηνεία του Κανόνα ΞΕ΄, της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, πηγή: «Πηδάλιο»).
Συμπέρασμα: Το να φτιάχνει κανείς στεφάνια από λουλούδια την Πρωτομαγιά και μετά να τα στολίζει στις εισόδους των σπιτιών είναι πράξη σατανική επειδή αποτελεί ελληνική συνήθεια!
«Επειδή και κατά μίμησιν των Ελλήνων και εθνικών, μερικοί Χριστιανοί άναπταν έμπροσθεν εις τα εργαστήρια και οικίας των πυρκαϊάς, τας οποίας επήδων και διαπέρνουν επάνωθεν η Σύνοδος αύτη τους μεν κληρικούς, οπού πράξουν τοιούτον εις το εξής, καθαιρεί, τους δε λαϊκούς αφορίζει. Θέλουσα δε να δείξει, ότι αν τα τοιαύτα Ελληνικά έθη γινόμενα παρά των ατελών Ιουδαίων, εκίνουν τον Θεόν εις αγανάκτησιν και οργήν, πόσω μάλλον αυτόν παροργίζουν, όταν γίνωνται από ημάς τους Χριστιανούς τους τελείους, και του Ευαγγελίου μαθητάς...» (Ερμηνεία στον Κανόνα ΞΕ΄, της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, πηγή: «Πηδάλιο»).
Επίσης ένα άλλο έθιμο που επιβιώνει μέχρι σήμερα, εκείνο της Πρωτομαγιάς, όπου οι Έλληνες εκδράμουν στην εξοχή και πλάθουν στεφάνια από λουλούδια, τα οποία φορούν και στη συνέχεια με αυτά στολίζουν τις εισόδους των σπιτιών τους, επίσης αφορίσθηκε ως ελληνικό:
«Γίνονται δε οι Κλήδονες ούτοι κατά το γενέσιον του Προδρόμου, καθώς και οι πυρκαϊαί έμπροσθεν εις τας θύρας της κάθε οικίας, τα οποία πρέπει να εμποδισθούν με επιτίμια αφορισμών από τους Αρχιερείς και τους Πνευματικούς, ομοίως και οι Μάϊοι, ήτοι τα διάφορα άνθη και λουλούδια οπού βάνουσι τινές εις τας θύρας των την α΄ Μαΐου, επειδή και αυτή είναι συνήθεια Ελληνική και εθνική, και αλλότρια από τους Χριστιανούς, καθώς και ο αοίδιμος εκείνος Πατριάρχης Μιχαήλ, ο των φιλοσόφων ύπατος, έλαβε μεγάλην επιμέλειαν, και κατήργησε πάντα τα τοιαύτα σατανικά και Ελληνικά επιτηδεύματα» (Υποσημείωση 1, στην ερμηνεία του Κανόνα ΞΕ΄, της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, πηγή: «Πηδάλιο»).
Συμπέρασμα: Το να φτιάχνει κανείς στεφάνια από λουλούδια την Πρωτομαγιά και μετά να τα στολίζει στις εισόδους των σπιτιών είναι πράξη σατανική επειδή αποτελεί ελληνική συνήθεια!
Η Εκκλησία δολοφόνησε την εθνική μας συνείδηση.
Ανατρέχοντας στο «Πηδάλιο», το βιβλίο που εμπεριέχει όλους τους εκκλησιαστικούς κανόνες (θεωρείται και ως το «Σύνταγμα της Εκκλησίας»), ο αναγνώστης μένει άφωνος μπροστά στο μίσος που τρέφει η Ορθοδοξία απέναντι σε ό,τι ελληνικό. Τα ενδεικτικά αποσπάσματα που παραθέσαμε αποτελούν μόνο ένα μικρό κομμάτι των συνεχών απαγορεύσεων που έχει θεσπίσει η Εκκλησία «μας» ώστε να μας αφελληνίσει. Και είναι απορίας άξιον πως ισχυρίζονται, ιστορικοί και κληρικοί, ότι ο κλήρος διέσωσε τους Έλληνες κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας όταν στο «Πηδάλιο», το οποίο γράφτηκε ακριβώς την περίοδο του Οθωμανικού ζυγού, βλέπουμε να παροτρύνονται συνεχώς ιεράρχες και απλοί κληρικοί να κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να εξαλειφθεί η ελληνική συνείδηση του πληθυσμού.
Αν υπάρχει ελληνική συνείδηση οφείλεται στους Έλληνες διαφωτιστές, πατριώτες και επαναστάτες του 18ου και 19ου αιώνα, και όχι στο ρωμαίικο χριστιανικό κατεστημένο που ευθαρσώς κηρύττει ακόμα και σήμερα στους πιστούς: «Η των Ελλήνων συνήθειαις πρέπει να μισούνται από τους Χριστιανούς (...)επειδή και αυτή είναι συνήθεια Ελληνική και εθνική, και αλλότρια από τους Χριστιανούς (...)και κατήργησε πάντα τα τοιαύτα σατανικά και Ελληνικά επιτηδεύματα».
Αν υπάρχει ελληνική συνείδηση οφείλεται στους Έλληνες διαφωτιστές, πατριώτες και επαναστάτες του 18ου και 19ου αιώνα, και όχι στο ρωμαίικο χριστιανικό κατεστημένο που ευθαρσώς κηρύττει ακόμα και σήμερα στους πιστούς: «Η των Ελλήνων συνήθειαις πρέπει να μισούνται από τους Χριστιανούς (...)επειδή και αυτή είναι συνήθεια Ελληνική και εθνική, και αλλότρια από τους Χριστιανούς (...)και κατήργησε πάντα τα τοιαύτα σατανικά και Ελληνικά επιτηδεύματα».
Ειδωλόθυτα: Έτσι ονόμαζαν οι Χριστιανοί το κρέας των θυσιασμένων ζώων το οποίο μετά το τέλος της τελετής μοιραζόταν στους απόρους για να τραφούν. Οι θυσίες στην πατρώα ελληνική λατρεία ήταν στην πραγματικότητα κοινά συσσίτια, στα οποία προηγούνταν η πατροπαράδοτη τελετουργία ακολουθούσε η προσφορά στους θεούς εκείνων των μελών (κόκαλα, δέρμα) που οι άνθρωποι δεν έτρωγαν και στο τέλος οι συμμετέχοντες μοιράζονταν το κρέας που ήταν κατάλληλο για τροφή. Η Εκκλησία είχε απαγορέψει στους Χριστιανούς να τρώνε από το κρέας ζώου που είχε θυσιαστεί στους Θεούς.
No comments:
Post a Comment